Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Από την Αλεξάνδρα Λεφοπούλου
Maria Callas
LA Diva
Μια σπουδαία Ελληνίδα, μια μυθική προσωπικότητα στο χώρο της τέχνης, η κορυφαία υψίφωνος και η πλέον γνωστή παγκοσμίως ερμηνεύτρια του λυρικού θεάτρου, γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Νέα Υόρκη. Η Άννα Μαρία Καικιλία Σοφία Καλογεροπούλου, γνωστή ως Μαρία Κάλας, γεννήθηκε στις 7.07’ το πρωί της 2ης Δεκεμβρίου 1923, στη Νέα Υόρκη (ωροσκόπος Τοξότης, σελήνη Παρθένο).
Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς οι γονείς της, Ευαγγελία Δημητριάδη (από την Κωνσταντινούπολη) και Γιώργος Καλογερόπουλος (από τη Μεσσηνία), είχαν μεταναστεύσει στις Η.Π.Α. από την Αθήνα. Εκεί ο πατέρας της ανοίγει φαρμακείο και το 1929 αλλάζει το οικογενειακό επώνυμο από Καλογερόπουλος σε Callas. Τρία χρόνια αργότερα η Μαρία ξεκινά τα πρώτα μαθήματα πιάνου μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή της Υακίνθη. Σε ηλικία 11 ετών έλαβε το πρώτο βραβείο ως "σολίστ" σε διαγωνισμό παιδικών φωνών που είχε διοργανώσει ο ραδιοφωνικός σταθμός της Νέας Υόρκης W.O.R.
Το 1937, ύστερα από το διαζύγιο των γονιών της, η Μαρία ακολουθεί τη μητέρα της στην Αθήνα, όπου ήδη βρισκόταν η αδελφή της. Αρχικά, αν και μικρότερη από το ηλικιακό όριο εισαγωγής, κάνει την εγγραφή της στο Εθνικό Ωδείο του Καλομοίρη με καθηγήτρια τη Μαρία Τριβέλλα ενώ ένα χρόνο αργότερα βρέθηκε στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών όπου δίδασκε η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο (Elvira de Hidalgo) και η οποία θεωρείται ως η κατ’ εξοχήν δασκάλα της Κάλλας.
Έτσι, στις 2 Απριλίου 1939, κάνει το σκηνικό της ντεμπούτο ως Σαντούζα σε μία μαθητική παράσταση της "Αγροτικής Ιπποσύνης" (Cavalleria Rusticana) του Πιέτρο Μασκάνι από το Ωδείο Αθηνών. Λίγο πριν το ξέσπασμα του ελληνοϊταλικού πολέμου έρχεται η πρώτη συνεργασία της με την εταιρεία της Λυρικής Σκηνής Αθηνών και στις 21 Οκτωβρίου του 1940, ερμηνεύει τραγούδια από τον Έμπορο της Βενετίας του Ουίλιαμ Σαίξπηρ στο Βασιλικό Θέατρο. Η συνεργασία της με τη Λυρική Σκηνή θα συνεχιστεί και στις 21 Ιανουαρίου 1941 στην πρώτη της μελοδραματική εμφάνιση θα υποδυθεί τη Βεατρίκη στο έργο "Βοκκάκιος" του Φραντς φον Σουπέ στο κινηματοθέατρο Παλλάς.
1942 στο θερινό θέατρο Παρκ στην Πλατεία Κλαυθμώνος, στην πρώτη της επαγγελματική εμφάνιση σε όπερα, ερμηνεύει "Τόσκα" του Τζιάκομο Πουτσίνι. Την ίδια χρονιά συμμετείχε σε συναυλία της Λυρικής στη Θεσσαλονίκη. Στις 19 Φεβρουαρίου ερμηνεύει τη Σμαράγδα στον "Πρωτομάστορα" του Μανώλη Καλομοίρη, και εννέα μέρες αργότερα συμμετέχει σε μεγάλη συναυλία για τα συσσίτια της Νέας Σμύρνης στον κινηματογράφο Σπόρτινγκ. Στις 12 Δεκεμβρίου ερμηνεύει άριες του Μπετόβεν και του Ροσίνι σε συναυλία υπέρ των φυματικών.
Λίγο μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα η Κάλλας, εξαιτίας της υποβάθμισής της στη Λυρική Σκηνή και εν μέσω της πολεμικής των συναδέλφων της που την κατηγορούσαν για συνεργασία με τους κατακτητές, αποφασίζει να επιστρέψει στις Η.Π.Α. Προκειμένου να εξασφαλίσει τα εισιτήριά της δίνει μια αποχαιρετιστήρια παράσταση στην Αθήνα. Το Σεπτέμβριο του 1945 βρίσκεται στη Νέα Υόρκη και ξεκινά την προσπάθεια για ανεύρεση εργασίας αρχικά στη Μητροπολιτική Όπερα, δεν καταφέρνει όμως να υπογράψει συμβόλαιο.
Ωστόσο, η ακρόασή της από τον Έντουαρντ Τζόνσον, διευθυντή της Όπερας, φέρνει την προσφορά δύο ρόλων στα έργα "Φιντέλιο" του Μπετόβεν και "Μανταμ Μπατερφλάι" του Πουτσίνι. Η Κάλλας απορρίπτει τους ρόλους. Δε θέλει να τραγουδήσει το "Φιντέλιο" στα αγγλικά, ενώ αισθάνεται πολύ εύσωμη ώστε να ερμηνεύσει την αιθέρια "Μπάτερφλάι".
Η γνωριμία της με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Αρένας της Βερόνα, Τζοβάννι Τζενατέλλο την οδηγεί στην Ιταλία. Εκεί στις 3 Αυγούστου 1947 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με τη "Τζοκόντα" του Αμιλκάρε Πονκιέλι. Τον ίδιο χρόνο ερμηνεύει την Ιζόλδη από το "Τριστάνος και Ιζόλδη" στη Βενετία υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Τούλιο Σεραφίν. Συνάμα έρχεται και η γνωριμία της με τον μουσόφιλο Ιταλό βιομήχανο Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι, με τον οποίο παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949. Ο Μενεγκίνι έχοντας και ρόλο μάνατζερ άσκησε καταλυτική επιρροή στην καριέρα της Κάλλας, υποβάλλοντάς την σε δίαιτα με σκοπό να αποκτήσει καλύτερη εμφάνιση και αποτρέποντάς την από κάθε βιοτική ενασχόληση με την οικονομική κάλυψη, που της παρείχε. Έτσι τον ίδιο χρόνο η Κάλλας κάνει καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο Μπουένος Άιρες και το 1950 στο Μεξικό.
Η Κάλλας ανοίγει τη σαιζόν στη Σκάλα του Μιλάνου με το "Σικελικό Εσπερινό", εμφάνιση που της προσφέρει μεγάλη αναγνώριση. Κατά τη διάρκεια των επόμενων επτά ετών η Σκάλα θα είναι η σκηνή των μέγιστων θριάμβων της σε ένα ευρύ φάσμα ρόλων. Το 1955 ανεβάζει την ιστορική παράσταση της "Τραβιάτας" του Βέρντι σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι.
Στις 27 Οκτωβρίου 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης ως "Νόρμα" στο ομώνυμο έργο του Μπελλίνι. Στις 5 Αυγούστου 1957 επιστρέφει στην Αθήνα και εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Δύο μήνες πριν είχε γνωρίσει τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση σε δεξίωση της κοσμικογράφου Έλσα Μαξγουελ. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μία από τις πλέον συζητημένες σχέσεις στην ιστορία.
Το 1960 τραγουδά στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου "Νόρμα" και το επόμενο έτος "Μήδεια" σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Το 1962 επανέρχεται στη Σκάλα του Μιλάνου και αποθεώνεται σαν Μήδεια σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη. Τον Ιανουάριο του 1964 πείθεται από το Φράνκο Τζεφιρέλι να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της "Τόσκα" στη σκηνή του Covent Garden. Η παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με τη "Νόρμα". Παρά τα φωνητικά προβλήματα που έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει το παρισινό κοινό την αποδέχεται θερμά.
Στις 5 Ιουλίου 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε παράσταση όπερας στο Covent Garden με την "Τόσκα" σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι. Στα 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική. Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με το Μενεγκίνι. Πλέον ελπίζει ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν κάτι που τελικά δε γίνεται μια και στις 8 Ιουλίου 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του Αμερικανού Προέδρου Κέννεντυ, Τζάκυ. Αυτή του η πράξη βυθίζει σε κατάθλιψη την κορυφαία υψίφωνο.
Το 1970 γυρίζει σε ταινία τη "Μήδεια" του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Πιερ Πάολο Παζολίνι. Η ταινία δεν έχει τύχη στις κινηματογραφικές αίθουσες. Στις 25 Μαΐου μεταφέρεται στο νοσοκομείο και γίνεται γνωστό ότι επΙχείρησε να αυτοκτονήσει λαμβάνοντας μεγάλη δόση βαρβιτουρικών.
Το 1973 ξεκινά την τελευταία της περιοδεία με το "Σικελικό Εσπερινό" και σκηνοθέτη το Τζουζέπε ντι Στέφανο. Στις 8 Δεκεμβρίου η Κάλλας τραγούδησε στην Όπερα των Παρισίων, όπου το κοινό την κάλεσε στη σκηνή 10 φορές καταχειροκροτώντας την. Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σάπορο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
Η Μαρία Κάλλας πέρασε στην αιωνιότητα στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι. Η κηδεία της έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου και, αφού το σώμα της αποτεφρώθηκε όπως επιθυμούσε, την άνοιξη του 1979 η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο.
Παρότι της αποκάλεσαν Τίγρη της όπερας, η φράση που ισχύει για τη Ντίβα που δεν μπόρεσε να αφεθεί απόλυτα στον παράφορο έρωτα όπως λαχταρούσε (αλλά συχνά παρουσιάστηκε λόγω της προσήλωσής της στη μουσική ως ανέραστη) ήταν αυτή από την Τόσκα: «Non feci mai male ad anima viva!» (Σε πλάσμα ζωντανό δεν έκανα ποτέ κακό).
Το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο, η ιστορία της ανόδου και της παρακμής της, το χάρισμα της φωνής της, αλλά και η λάμψη που είχε τόσο η ίδια όσο και μέσω της σχέσης της με ανθρώπους διάσημους σαν τον Αριστοτέλη Ωνάση, δίνουν άπειρες αφορμές ώστε η Κάλλας να γίνει θέμα πολλών ταινιών αλλά και βιογραφιών.
Όπως γράφει ο Γιώργος-‘Ίκαρος Μπαμπασάκης, η Κάλας «ήταν μια γυναίκα με πάθος, ναι, μια γυναίκα παθιασμένη, μια γυναίκα που αφηνόταν να παρασυρθεί από τις ρυθμικές ρούμπες, που της άρεσαν τα γουέστερν, που αγαπούσε τα κινούμενα σχέδια και την τζαζ. Ήταν μια γυναίκα παθιασμένη που το κόκκινο ήταν το αγαπημένο της χρώμα. Ήταν μια γυναίκα που το αγαπημένο της λουλούδι ήταν η γαρδένια. Κι ακόμα, ήταν μια γυναίκα που δεν δίστασε να γίνει αυθεντία σε μία ιδιάζουσα μορφή του αισθησιασμού, στην λεγόμενη ερωτική φιλία. Η ερωτική φιλία, όσο οδυνηρό συναίσθημα κι αν ξέρουμε πως είναι, δεν παύει να αποτελεί πολύτιμη και βαθιά, βαθύτατη εμπειρία. Η ερωτική φιλία συνδυάζει την ορμή του πόθου με το άρωμα της αβρότητας, τον πόνο του ανέφικτου με την τρυφερότητα της βαθιάς ακατάλυτης σύνδεσης.»
2/12/09
Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ Maria Callas (1958 Paris - Norma (casta diva)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου