heliotrope (χήλιοτροουπ) ηλιοτρόπιο, το φυτό λιοτρόπι,
2. ηλιοστάτης, ηλιακό ρολόι < ηλιοτρόπιον το φυτό του
οποίου το άνθος και τα φύλλα στρέφονται προς τον ήλιο <
ήλιος και τροπή στροφή heliotropic (χηλιοτρόπικ)
ηλιοτροπικός, αυτός που αναφέρεται σε ή χαρακτηρίζεται
από ηλιοτροπισμός heliotropically - heliotropism
(χηλιότροπιζμ) η τάση των φυτών να στρέφονται κατά την
αναπτυξή τους προς τον ήλιο και το φως.
2. ηλιοστάτης, ηλιακό ρολόι < ηλιοτρόπιον το φυτό του
οποίου το άνθος και τα φύλλα στρέφονται προς τον ήλιο <
ήλιος και τροπή στροφή heliotropic (χηλιοτρόπικ)
ηλιοτροπικός, αυτός που αναφέρεται σε ή χαρακτηρίζεται
από ηλιοτροπισμός heliotropically - heliotropism
(χηλιότροπιζμ) η τάση των φυτών να στρέφονται κατά την
αναπτυξή τους προς τον ήλιο και το φως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου