11/6/11

Ζαν Πιαζέ – Jean Piaget (1896-1980) – Γενετική Επιστημολογία.

Ζαν Πιαζέ – Jean Piaget (1896-1980) – Γενετική Επιστημολογία.


 
Πρώτη δημοσίευση: 15-11-2009
Ο Ζαν Πιαζέ, ο πρώτος ενήλικος που πήρε στα σοβαρά τα παιδιά, μεγάλωσε κοντά στη λίμνη Νεσατέλ, σε ένα από εκείνα εξεχόντως όμορφα και αποστειρωμένα κομμάτια γης της γαλλόφωνης Ελβετίας που είναι ξακουστά για τα κρασιά και τα ρολόγια τους. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής Μεσαιωνικών Σπουδών και η μητέρα του μια σκληροπυρηνική καλβινίστρια.


 


Ο μικρός Ζαν με τους γονείς του και τις αδερφές του!
Από πολύ νωρίς ο μικρός Ζαν εξεδήλωσε το ενδιαφέρον του για τη φύση και την αποκωδικοποίηση των μυστικών της. Όταν έγινε 10 ετών οι απορίες του μπορούσαν πλέον να απαντηθούν μόνο με ένα γερό ξεσκόνισμα της πλησιέστερης πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης. Σε αυτή την ηλικία πρόλαβε να δημοσιεύσει σε τοπικό περιοδικό της γενέτειράς του το παρθενικό άρθρο του για το σπουργίτι «αλμπίνο»· αυτό ήταν και το «πάσο» του για τον καχύποπτο με τους ανηλίκους εν γένει βιβλιοθηκάριο του Πανεπιστημίου του Νεσατέλ.




Η ζωολογία θα μονοπωλήσει το ενδιαφέρον του για τα επόμενα χρόνια. Στα 15 του έχει δημοσιεύσει πλείστες μελέτες για τα μαλάκια, ενώ τρία χρόνια αργότερα ξεκινά επισήμως τις σπουδές του στη Βιολογία που θα ολοκληρωθούν με τη διατριβή του με θέμα «Εισαγωγή στην οστρακολογία του Βαλέ».

Μετά τον Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο το ενδιαφέρον του μετατοπίζεται στην ψυχολογία. Μετακομίζει στη Ζυρίχη, όπου παρακολουθεί μαθήματα στο Εργαστήριο Ψυχολογίας του Καρλ Γιουνγκ και διατελεί μαθητής του Όιγκεν Μπλόιλερ, παρατηρώντας με το ζήλο νεοφώτιστου τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων με τους ψυχικά ασθενείς. Το 1919 βρίσκεται στο Παρίσι προκειμένου να παρακολουθήσει μαθήματα Λογικής και Φιλοσοφίας της Επιστήμης στη Σορβόννη και Ψυχοπαθολογίας στο νοσοκομείο Σαλπετριέ

Την εποχή αυτή έρχεται σε επαφή με το έργο του Αμερικανού Τζέιμς Μπάλντουιν (James Mark Baldwin), από τους πρωτεργάτες της Πειραματικής Ψυχολογίας, ενώ αρχίζει να συνεργάζεται με τον Τεοντόρ Σιμόν (Théodore Simon) στο εργαστήριο Παιδοψυχολογίας του Αλφρέντ Μπινέ (Alfred Binet). Είναι η πρώτη φορά που ο Πιαζέ καλείται να ανιχνεύσει αυτό που θα μονοπωλήσει αργότερα την επιστημονική του σκέψη: το παιδικό και εφηβικό μυαλό (παρ’ ότι ηρνείτο πεισματικά να αποκαλέσει εαυτόν παιδοψυχολόγο). 

Κατ’ αρχήν το ενδιαφέρον του στράφηκε στις εσφαλμένες απαντήσεις που έδιναν παιδιά της ιδίας ηλικίας σε διάφορα ερωτήματα ευφυΐας στα πλαίσια των τεστ συλλογισμού του Σιρίλ Μπαρτ (Cyril Burt). 
Αυτές οι «λάθος» – για τα δεδομένα του ορθολογιστή ενήλικου – απαντήσεις μάγεψαν τον νεαρό επιστήμονα που άρχισε πλέον να παρακολουθεί στενά τα λόγια και τις πράξεις αυτών των λιλιπούτειων, ημιτελών πλασμάτων, διερευνώντας τους βασικούς μηχανισμούς της διανοητικής ανάπτυξής τους.


Ο Ζαν Πιαζέ προέβη σε μια ανακάλυψη που ήταν, σύμφωνα τουλάχιστον με τον Αλβέρτο Αϊνστάιν (Albert Einstein), «τόσο απλή που μόνο μια ιδιοφυΐα θα μπορούσε ποτέ να συλλάβει». Πολύ απλά διαπίστωσε ότι τα παιδιά σκέφτονται διαφορετικά από τους μεγάλους. Οι «παράλογες» απαντήσεις που μοιάζουν τις περισσότερες φορές να δίνουν στα πιο απλοϊκά ερωτήματα εντάσσονται σε μια εσώτερη λογική διεργασία με τον δικό της πολύπλοκο κώδικα.

Σε ένα από τα πλέον περίφημα πειράματά του με δεκάδες ανυποψίαστα πιτσιρίκια, ο Πιαζέ έθεσε το ερώτημα:
«Τι είναι αυτό που δημιουργεί τον αέρα;»
και άρχισε να περισυλλέγει απαντήσεις.
Όταν η πεντάχρονη Τζούλια τού απάντησε:
«Τα δέντρα», εκείνος συνέχισε τον αλλόκοτο αυτό διάλογο με ένα ακόμη ερώτημα:
«Πώς το ξέρεις;».
«Τα είδα να κουνούν τα χέρια τους».
«Και πώς αυτό δημιουργεί τον αέρα;».
Στο σημείο αυτό η μικρή Τζούλια άρχισε να κουνά το χέρι της μπροστά από το πρόσωπό της αποφαινόμενη με άκρως σοβαρό ύφος:
«Να, έτσι. Μόνο που είναι μεγαλύτερα. Και υπάρχουν πολλά δέντρα».

Ο παιδικός υπερρεαλισμός είχε βρει επιτέλους έναν καλών προθέσεων ενήλικο συνομιλητή. Που δεν προσπαθεί να τον διορθώσει, προτιμά να τον επεξεργαστεί και να τον ερμηνεύσει.
«Τα παιδιά» λέει ο Πιαζέ «κατανοούν μόνο αυτά που επινοούν τα ίδια, γι’ αυτό κάθε φορά που προσπαθούμε να τα διδάξουμε κάτι υπερβολικά γρήγορα, τα εμποδίζουμε να επανεφεύρουν τον εαυτό τους».

Το 1921 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Ινστιτούτου Ζαν Ζακ Ρουσό(Jean Jacques Rousseau)της Γενεύης και το 1930 του Διεθνούς Γραφείου Εκπαίδευσης (International Bureau of Education) που υπήρξε πρόδρομος της UNESCO.

Με τη γέννηση του πρώτου του παιδιού το ενδιαφέρον του στρέφεται σχεδόν αναπόφευκτα στη βρεφική ηλικία. Τα τρία παιδιά του θα αποτελέσουν τα ιδανικά «πειραματόζωα» για τις μεταγενέστερες μελέτες του, στις οποίες θα συμβάλει με τη σειρά της ως ψυχολόγος και μητέρα τους, η σύζυγός του Βαλεντίν Σαντενέ (Valentine Châtenay).

 
Ο Ζαν με τη Βαλεντίν!

Την περίοδο αυτή θα περιγράψει τα στάδια της γνωστικής ανάπτυξης του παιδιού. Ανάμεσά τους:
α) το στάδιο της αισθησιοκινητικής ανάπτυξης που διαρκεί ως τα 2 χρόνια και χαρακτηρίζεται από τη σταδιακή κατάκτηση του κινητικού συντονισμού και της σταθερότητας των αντικειμένων,
β) το προσυλλογιστικό στάδιο (από 2 ως 7 χρόνων), κατά την οποία αναπτύσσεται η συμβολική λειτουργία και η προεννοιολογική σκέψη,
γ) το στάδιο της συγκεκριμένης σκέψης (από 7 ως 11 χρόνων), κατά το οποίο το παιδί αποκτά την ικανότητα των νοητικών πράξεων που όμως γίνονται πάνω σε συγκεκριμένα αντικείμενα και στο άμεσο παρόν.
Οι θεωρίες του, παρά την έντονη κριτική που δέχθηκαν κυρίως για τον υπερτονισμό του ρόλου της γνωστικής ανάπτυξης (σε βάρος της συναισθηματικής και της κοινωνικής), είχαν τεράστιο αντίκτυπο στην παιδαγωγική και στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε σήμερα αυτά τα τέλεια ημιτελή πλάσματα που υπήρξαμε κάποτε όλοι.


Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ, ΛΕΝΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Κυριακή 30-6-2002
Συμπληρωματικά:
δ) Το στάδιο της τυπικής σκέψης. Η σκέψη του παιδιού μετά τα 11 χρόνια του γίνεται προοδευτικά υποθετικο-παραγωγική. Ο έφηβος είναι τώρα ικανός να κάνει συλλογισμούς, όχι πια μόνο επάνω στα αντικείμενα, αλλά επάνω στις ίδιες τις σχέσεις, βρίσκοντας σχέσεις μεταξύ σχέσεων. Η σκέψη του αποδεσμεύεται από την πραγματικότητα και στηρίζεται στον εαυτό της, ενεργεί με υποθετικές προτάσεις, τις οποίες προσπαθεί να επαληθεύσει λογικά, ανεξάρτητα από την αλήθεια τους ή την υλική τους υπόσταση και χωρίς τον έλεγχο της εμπειρίας.

Η σκέψη του περνάει στον κόσμο του δυνατού, το οποίο, κατά τον Piaget, εμπεριέχει, ως μια ιδιαίτερη περίπτωση το πραγματικό. Στο στάδιο της τυπικής σκέψης, το πραγματικό υποτάσσεται στο δυνατό, ενώ στο προηγούμενο στάδιο της συγκεκριμένης σκέψης, το δυνατό είναι ένα είδος αμφίβολης προέκτασης του πραγματικού.

Η σκέψη του εφήβου είναι τώρα προτασιακή, δηλαδή ο έφηβος χρησιμοποιεί τα αποτελέσματα του προηγούμενου σταδίου και, αφού τα μετατρέψει σε προτάσεις, πειραματίζεται εκ νέου, προκειμένου να κατασκευάσει καινούργιες νοητικές ενέργειες. Με άλλα λόγια, αξιοποιεί τόσο την προηγούμενη αλλά και την παρούσα αντιληπτική του εμπειρία, όσο και την ικανότητα πρόβλεψης. Π.χ., ο έφηβος προσεγγίζει ένα πρόβλημα με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους πριν εφαρμόσει μια λύση, την οποία αποφασίζει, αφού προηγουμένως σταθμίσει όλα τα στοιχεία που σχετίζονται την προβληματική κατάσταση (παρελθούσα εμπειρία, παρούσα εμπειρία και πρόβλεψη μελλοντικών συνεπειών).
Συμπερασματικά: το άτομο στη συγκεκριμένη λογική σκέψη ασχολείται με το παρόν, ενώ ο έφηβος της τυπικής σκέψης ασχολείται συγχρόνως με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.
Ο Piaget μάς δίνει χρήσιμα στοιχεία για τη νοημοσύνη και τη νοητική ανάπτυξη.

Νοημοσύνη είναι η ικανότητα προσαρμογής στο περιβάλλον (επιβίωσης).
Τα σχήματα είναι νοητικές κατασκευές που απεικονίζουν τη γνώση, το πώς κατανοούμε δηλαδή τον κόσμο.
Η νοητική ανάπτυξη του παιδιού συμβαίνει καθώς συνεχώς προσπαθεί να  προσαρμοστεί στο περιβάλλον του.
Όταν διαταράσσεται η ισορροπία του με το περιβάλλον, το παιδί αποκαθιστά την ισορροπία με την αφομοίωση (αλλάζοντας ό,τι αντιλαμβάνεται έτσι ώστε να ταιριάζει με αυτό που ήδη γνωρίζει) και τη συμμόρφωση (αλλάζοντας ή συνδυάζοντας τα υπάρχοντα σχήματα ή δημιουργώντας νέα ώστε να ταιριάζουν με αυτό που αντιλήφτηκε).

Σε αυτό το πλαίσιο, η μάθηση νέας γνώσης προκύπτει από μια ανισορροπία που προκύπτει και διορθώνεται με τη συμμόρφωση. Το νέο σχήμα, η νέα γνώση, έρχεται να δημιουργήσει έτσι πάλι μια νέα ισορροπία.
Με άλλα λόγια, συνοψίζοντας, σύμφωνα με τον Piaget, δύο σημαντικές αρχές οδηγούν τη νοητική ανάπτυξη και τη βιολογική εξέλιξη: η προσαρμογή και η οργάνωση. Τα άτομα, για να επιβιώσουν σε ένα περιβάλλον, πρέπει να προσαρμοστούν σε φυσικά και νοητικά ερεθίσματα. Η αφομοίωση και η συμμόρφωση αποτελούν τα δύο συστατικά της διαδικασίας προσαρμογής. Ο Piaget ισχυρίζεται ότι οι άνθρωποι διαθέτουν νοητικές δομές, οι οποίες αφομοιώνουν εξωτερικά γεγονότα και τα μετατρέπουν έτσι ώστε να ταιριάξουν με τις υπάρχουσες νοητικές δομές τους. Επιπλέον, οι νοητικές δομές τους συμμορφώνονται στις νέες, ασυνήθιστες, και διαρκώς μεταβαλλόμενες πτυχές του εξωτερικού περιβάλλοντος.

Η οργάνωση αναφέρεται στη φύση αυτών των προσαρμοστικών νοητικών δομών. Ο Piaget ισχυρίζεται ότι ο νους είναι οργανωμένος με σύνθετους και ολοκληρωμένους τρόπους. Το πιο απλό επίπεδο είναι το σχήμα, νοητική αναπαράσταση μιας φυσικής ή νοητικής ενέργειας που μπορεί να αφορά σε αντικείμενο, συμβάν ή φαινόμενο.

Παραθέτω στη συνέχεια ένα απόσπασμα από το ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ (Θεωρία της ανθρώπινης ανάπτυξης) του βιβλίου του David R. SHAFFER με τίτλο: Developmental Psychology: Childhood and adolescence. 3rd ed. Pacific Grove: Brooks / Cole, 1993. Μετάφραση δική μου.
Μια γνωστική δομή -ή αυτό που καλεί ο Πιαζέ σχήμα- είναι ένα οργανωμένο πρότυπο σκέψης ή δράσης που χρησιμοποιείται για να ανταπεξέλθει κανείς ή να εξηγήσει μερικές όψεις εμπειριών. Π.χ. πολλά παιδιά τριών ετών επιμένουν ότι ο ήλιος είναι ζωντανός επειδή ανατέλλει το πρωί και το βράδυ δύει. Τα παιδιά αυτά λειτουργούν πάνω στη βάση ενός απλού γνωστικού σχήματος: την ιδέα ότι πράγματα που κινούνται είναι ζωντανά. Τα πρώιμα σχήματα που σχηματίζονται κατά τη βρεφική ηλικία είναι απλές μηχανικές συνήθειες όπως λίκνισμα, άρπαγμα και σήκωμα που αποδεικνύει ότι είναι πράγματι προσαρμοστικά. Για παράδειγμα, ένα περίεργο νήπιο που συνδυάζει τις αντιδράσεις να απλώσει τον βραχίονά του (να πλησιάσει) και να πιάσει ένα αντικείμενο με το χέρι του είναι ξαφνικά ικανό να ικανοποιήσει την περιέργειά του εξερευνώντας σχεδόν οποιοδήποτε ενδιαφέρον αντικείμενο που βρίσκεται στην ακτίνα δράσης του χεριού του. Όσο απλά και αν είναι αυτά τα σχήματα συμπεριφοράς, επιτρέπουν στα νήπια να θέτουν σε λειτουργία παιχνίδια, να γυρνούν τα νούμερα στο καντράν του τηλεφώνου, να ανοίγουν συρτάρια και να κυριαρχούν στο περιβάλλον τους με οποιοδήποτε άλλο τρόπο.

Αργότερα κατά την παιδική ηλικία, τα γνωστικά σχήματα θα πάρουν τη μορφή των “εγκεφαλικών ενεργειών” (π.χ. νοητική πρόσθεση ή αφαίρεση) που επιτρέπουν στα παιδιά να διαχειρίζονται πληροφορίες και να σκέφτονται λογικά για τα ζητήματα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινή ζωή. Σ’ όλες τις ηλικίες τα παιδιά βασίζονται στις τρέχουσες γνωστικές δομές τους για να αντιληφθούν τον κόσμο γύρω τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα νεότερα και μεγαλύτερα παιδιά να μπορούν να ερμηνεύουν και να αντιδρούν προς τα ίδια αντικείμενα και γεγονότα με διαφορετικούς τρόπους.

Πώς τα παιδιά αναπτύσσουν πιο περίπλοκα σχήματα και αναπτύσσουν την αντίληψη τους για τον κόσμο; Ο Πιαζέ υποστήριξε, σ’ αντίθεση με άλλους φιλοσόφους, ότι τα βρέφη δεν έχουν ενδογενή γνώση ή ιδέες για την πραγματικότητα. Ούτε ότι στα παιδιά μεταβιβάζονται πληροφορίες ή διδάσκονται από τους ενήλικους πώς να σκέφτονται. Αντιθέτως, δημιουργούν ενεργητικά νέες αντιλήψεις για τον κόσμο βασισμένες στις εμπειρίες τους. Πώς; Με το να είναι περίεργοι και ενεργητικοί εξερευνητές. Τα παιδιά παρατηρούν τι συμβαίνει γύρω τους -πειραματίζονται με αντικείμενα που συναντούν, δημιουργούν συνδέσεις ή συσχετισμούς μεταξύ των γεγονότων και μπερδεύονται όταν οι τρέχουσες αντιλήψεις τους (ή σχήματα) αποτυγχάνουν να εξηγήσουν τις εμπειρίες τους.

Για να το αντιληφθούμε με ένα παράδειγμα, ας επιστρέψουμε προς στιγμή στο τρίχρονο, που πιστεύει ότι ο ήλιος είναι ζωντανός. Σίγουρα, αυτή η ιδέα δεν είναι κάτι που το παιδί διδάχθηκε από έναν ενήλικα -κατασκευάστηκε προφανώς από το παιδί στη βάση των δικών του εμπειριών για τον κόσμο. Στο κάτω-κάτω, πολλά πράγματα που κινούνται είναι ζωντανά. Όσο το παιδί εμμένει σ’ αυτήν την αντίληψη, μπορεί να θεωρήσει κάθε καινούριο κινούμενο αντικείμενο ως ζωντανό -αυτό σημαίνει ότι νέες εμπειρίες θα ερμηνευθούν με τους όρους των τρεχουσών γνωστικών δομών της, μια διαδικασία που ο Πιαζέ ονόμαζε αφομοίωση.

Τελικά, όμως, αυτό το παιδί θα συναντήσει κινητά αντικείμενα τα οποία σχεδόν σίγουρα δεν θα μπορούσαν να είναι ζωντανά, όπως ένα χάρτινο αεροπλανάκι που δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα φύλλο εφημερίδας πριν το κάνει ο μπαμπάς αεροπλάνο ή ένα κουρδιστό παιχνίδι που πάντα σταματάει να κινείται αν δεν το κουρδίσει ξανά. Εδώ τώρα υπάρχουν αντιφάσεις (ή ό,τι ο Πιαζέ όριζε ως ανισορροπίες) μεταξύ των αντιλήψεων του παιδιού και των γεγονότων που πρέπει να αντιληφθεί. Γίνεται ξεκάθαρο στο παιδί ότι το σχήμα “αντικείμενα που κινούνται είναι ζωντανά” πρέπει να αναθεωρηθεί. Έτσι θα παρακινηθεί από αυτές τις μη επαληθευόμενες εμπειρίες να συμμορφωθεί -δηλαδή, να διαφοροποιήσει τα υπάρχοντα σχήματα ώστε να του δίνουν καλύτερη εξήγηση της διαφοράς μεταξύ των έμψυχων και άψυχων αντικειμένων (ίσως συμπεραίνοντας ότι μόνο πράγματα που κινούνται με δική τους δύναμη είναι έμβια).

Αυτό συμβαίνει σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής. Ο Πιαζέ πιστεύει ότι βασιζόμαστε συνεχώς στην συμπληρωματική διαδικασία της αφομοίωσης και της συμμόρφωσης για να προσαρμοστούμε στο περιβάλλον μας. Αρχικά προσπαθούμε να καταλάβουμε νέες εμπειρίες ή να λύσουμε προβλήματα χρησιμοποιώντας τις τρέχουσες γνωστικές δομές μας (αφομοίωση). Αλλά συχνά θα ανακαλύψουμε ότι τα υπάρχοντα σχήματά μας δεν είναι αρκετά γι’ αυτό, οπότε μας παρακινούν να τα αναθεωρήσουμε (μέσω της συμμόρφωσης) ώστε να “ταιριάζουν” καλύτερα με την πραγματικότητα. 

H βιολογική ωρίμανση, επίσης, παίζει σημαντικό ρόλο -καθώς ο εγκέφαλος και το νευρικό σύστημα ωριμάζουν, τα παιδιά γίνονται ικανά στο να εμφανίσουν όλο και πιο σύνθετες γνωστικές ενέργειες που τα βοηθούν να καταλάβουν τι έχουν βιώσει. Τελικά, τα περίεργα, ενεργητικά παιδιά που πάντα δημιουργούν νέα σχήματα και αναδιοργανώνουν αυτήν τη γνώση, θα προοδεύουν αρκετά ώστε να σκέφτονται παλιά ζητήματα με εντελώς νέους τρόπους. Αυτό σημαίνει, ότι μεταβαίνουν από το ένα στάδιο γνωστικής ανάπτυξης στο επόμενο ανώτερο στάδιο.


http://oiko.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου